Κen Loach

Σε περασμένες δεκαετίες, η προβληματική και η σύγκρουση για την έννοια και το περιεχόμενο του λεγόμενου «πολιτικού» κινηματογράφου περιστράφηκε γύρω από δύο κεντρικές επιλογές.

Η μία θεωρούσε τον κινηματογράφο μαζικό παιδαγωγό· επέμενε στην απλοϊκότητα της αφήγησης και στη διδακτικότητα του θέματος. Η άλλη φιλοδοξούσε τη χειραφέτηση του κινηματογραφικού προϊόντος· προωθούσε μια ριζοσπαστική αντιμετώπιση των ιδεολογικών και αισθητικών επιλογών, επιδιώκοντας να εγκαθιδρύσει μια δυναμική σχέση ανάμεσα στον δημιουργό και τον θεατή.

Ο Ken Loach επανατοποθετεί, σήμερα, αυτή την προβληματική, αλλά έχει πια κατανοήσει δύο παραμέτρους της: η πρώτη επιλογή εμπεριέχει το σχήμα μιας θρησκευτικής ηθικολογικής αντιμετώπισης της πραγματικότητας· η δεύτερη έχει οδηγήσει σε ομφαλοσκοπικές στρεβλώσεις και αδιέξοδα.

Ο κινηματογράφους του Loach, λοιπόν, απαρνείται τις αυταπάτες της αριστερής «καθαρότητας» και την αυταρέσκεια της αριστερίστικης αισθητικής «σέχτας». Και θέτει ουσιαστικά το ζήτημα του ρεαλισμού.

Αυτή η προσπάθεια έχει συγκεκριμένη καταγωγή. Το βρετανικό Free Cinema, στις αρχές του ‘60, όρισε τον πολιτικό κινηματογράφο με μια αντιηρωική, αντι-ρομαντική διάσταση. Την ίδια εποχή, μια ανάλογη γεύση της στυφής, αδιέξοδης, πικρής καθημερινότητας καταγράφηκε στα ντοκιμαντέρ της κρατικής τηλεόρασης, του BBC.

Ο Loach συνεχίζει και επεκτείνει αυτές τις κατακτήσεις. Στις ταινίες του σκιαγραφεί την εικόνα μιας χώρας με διασπασμένο τον κοινωνικό της ιστό, με ανθρώπους απελπισμένους, με διαψευσμένες ελπίδες και σιγουριές. Η μυθοπλασία έχει μια ντοκιμαντερίστικη πλευρά, που αφορά περισσότερο στους χαρακτήρες και υπηρετεί λιγότερο κάποια αναπαράσταση του κοινωνικού-πολιτικού τοπίου. Οι ανθρώπινοι χαρακτήρες του Loach είναι ευάλωτοι, αντιφατικοί, ηττημένοι, μέθυσοι, άνεργοι, πρεζάκια, αλλά έχουν ένα ανυπέρβλητο προσόν: μπορούν να αγαπήσουν. Η αγάπη είναι το έσχατο καταφύγιό τους, το σύνορο της επιβίωσης, το κριτήριο της αξιοπρέπειας (Ladybird, Ladybird).

Ο πεσιμισμός, έτσι, δεν έχει ποτέ την κατάληξη του ρητορικού ζόφου, της προκατασκευασμένης κόλασης, στοιχείο που διαπερνά κάποιους σύγχρονους κινηματογραφιστές. Οι άνθρωποι του Loach έχουν θλιβερό παρόν, σκοτεινό μέλλον, προκαλούν τη συμπόνια, προβοκάρουν την απελπισία, αλλά πετυχαίνουν να παράγουν οργή, εξέγερση, συγκίνηση, αγανάκτηση. Κατά κάποιο τρόπο ξεπερνούν τις πολιτικίζουσες αναλύσεις και τον παγωμένο ορθολογισμό, τις μυθολογίες της καθαρής εργαστικές τάξης (Βροχή από πέτρες) και της ηθικής Αριστεράς (Γη και ελευθερία).

Οι χαρακτήρες του Loach ανήκουν σε μια νέα διαλεκτική· εκείνο που τη διαφοροποιεί από άλλες είναι ότι στο τελικό στάδιο δεν δημιουργείται σύνθεση, αλλά σύγκρουση. Ο κινηματογράφος (ειδικά ο πολιτικός κινηματογράφος του Loach) δεν μπορεί πια να αναρωτιέται για τη σκοπιμότητά του, ούτε για την αλαζονεία του· δεν είναι διδακτικός, ούτε νεωτεριστικός. Καταγράφει, στα όρια μιας κατ’ επίφαση διαφανούς κινηματογραφικής γραφής, σκοτούρες, στραβοπατήματα, αντιφάσεις των ταπεινών. Καθαρτήριο στοιχείο  το μαύρο, σχεδόν κυνικό, χιούμορ, ο αντιμερλογρραματισμός και η διεισδυτική ματιά στην κοινωνική αποσάθρωση.

Αυτός ο κινηματογράφος θεωρείται από κάποιους παρωχημένος. Πίσω όμως από μια θεματική που έρχεται από τον Grierson, ο Loach θέτει ζητήματα και προβληματικές ενός νέου ρεαλισμού που μοιάζει ορφανεμένος από τις ιστορικές του ελπίδες, τις «αριστερές» του βεβαιότητες. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ταινίες που γύρισε στη δεκαετία του ’90 και που επιβεβαίωσαν το μέγεθος ενός σεμνού, κατά τα άλλα, κινηματογραφιστή, ο οποίος είχε προκαλέσει αίσθηση από το ’60, δεν χλευάζουν μόνο τον θατσερισμό. Με κίνδυνο να χαρακτηριστούν αριστερίστικες, δεν χαρίζονται ούτε στις πολιτικές και ιδεολογικές «προσαρμογές» των Εργατικών.

Η ορφάνια του Loach από τις (όπως αποδείχθηκαν) αυταπάτες και η αποκοπή του κινηματογράφου του από τη ρητορεία είναι τα υλικά που επανορίζουν την πολιτικότητα και την κοινωνικότητα του κινηματογράφου στις νέες θολές ακόμη συνθήκες.

Δημόπουλος, Μ., (1998). Πρόλογος. Στο Σαββάτης, Ν. (επίμ.), Αναδρομή στο έργο του Ken Loach από το 39ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (13-22/11/1998). Εκδόσεις Καστανιώτη.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΡΟΒΟΛΩΝ

Thessaloniki International Film Festival