TIFF58 – Κίνηση ματ

Το συναρπαστικό ντεμπούτο «Dragon’s Defence» της Νατάλια Σάντα που θα προβληθεί στο 58ο ΦΚΘ,  μας προσκαλεί σε μια δυνατή πνευματική αναμέτρηση με οδηγό τον βασιλιά των παιχνιδιών, το σκάκι. Και γίνεται αφορμή να ταξιδέψουμε στον θαυμαστό κόσμο που ενέπνευσε πολλάκις το σινεμά μέσα από τα μάτια και την εμπειρία ενός σκακιστή.

Του Αντώνη Γιανακού

Το σκάκι έφτασε Ευρώπη στον ύστερο μεσαίωνα από τους άραβες με την κυριαρχία τους στην ισπανική χερσόνησο. Κατακτά όλες τις βασιλικές αυλές της Ευρώπης, γίνεται το «βασιλικό παιχνίδι» και από τότε εμφανίζεται σε πίνακες ζωγραφικής, μεσαιωνικά παραμύθια, τραγούδια και μυθιστορήματα. Όταν ο Μπέργκμαν βάζει τον ιππότη του να παίζει σκάκι με τον χάρο στην «Έβδομη σφραγίδα» συμβαδίζει απόλυτα με το ιστορικό πλαίσιο της εποχής.

Στα τέλη του 19ου αιώνα ο μοντερνισμός ανακαλύπτει ξανά το σκάκι και γίνεται το κατ’ εξοχήν παιχνίδι της λογοτεχνίας. Από τον Πάουντ, τον Έλλιοτ και τον Πεσσόα και από τον Χένρι Τζειμς, μέχρι τον Ναμπόκοφ, τον Μπέκετ ή τον Μαρκές, το σκάκι χρησιμοποιείται ως σύμβολο, ως καμβάς για την ύφανση ενός μυθιστορήματος, ως κλειδί για την κατανόηση ενός θεατρικού έργου.

Ο κινηματογράφος, ως η κατ’ εξοχήν τέχνη του εικοστού αιώνα δεν θα μπορούσε να υστερήσει. Κινηματογραφικά μία παρτίδα σκάκι, αυτή καθ’ εαυτή δεν μπορεί να παρουσιάσει ενδιαφέρον, καθώς οι δυο παίκτες κάθονται αντικριστά επί ώρες μπροστά σε μία σκακιέρα και για το λόγο αυτό άλλωστε είναι εξαιρετικά σπάνια μία τηλεοπτική μετάδοση μιας σκακιστικής παρτίδας. Είτε ως άθλημα το θεωρήσει κάποιος, είτε ως παιχνίδι, δεν ταιριάζει με την κινηματογραφική γλώσσα. Εντούτοις ο χώρος του κινηματογράφου αξιοποίησε το σκάκι με ένα διττό κυρίως τρόπο, ρητό και υπόρρητο,  παράγοντας ταινίες αφενός που περιεχομενικά έχουν ως επίκεντρο την κινηματογραφική αφήγηση μιας σκακιστικής ιστορίας κι αφετέρου αυτές που αξιοποιείται το σκάκι συμβολικά ως κλειδί για την ερμηνευτική προσέγγιση της ταινίας.

Στην πρώτη κατηγορία και ταυτόχρονα η πρώτη αναφορά του σκακιού στον κινηματογράφο είναι ο «Σκακιστικός πυρετός», μία μικρού μήκους κωμωδία του σοβιετικού κινηματογράφου που γυρίστηκε το 1925 με φόντο το διεθνές σκακιστικό τουρνουά της Μόσχας. Στην ίδια κατηγορία μπορούμε να εντάξουμε το «Ψάχνοντας τον Μπόμπι Φίσερ» σε σκηνοθεσία του αμερικανού Στίβεν Ζέιλιαν, που αναφέρεται σε ένα νεαρό ταλέντο στο αμερικάνικο σκάκι, το «La diagonal du fou» (πιο γνωστή με τον αγγλικό τίτλο «Dangerous moves») γαλλική ταινία του 1984 που βραβεύθηκε με Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας το 1985, όπου αναφέρεται σε έναν τελικό παγκόσμιου πρωταθλήματος ανάμεσα σε δύο Ρώσους, έναν ηλικιωμένο εκπρόσωπο του σοβιετικού καθεστώτος και ένα νεαρό σκακιστή που έχει αυτομολήσει στην δύση. Εντελώς πρόσφατη δε η χολιγουντιανή «Θυσιάζοντας ένα πιόνι» (2014) που αναφέρεται στον περίφημο τελικό του παγκοσμίου πρωταθλήματος ανάμεσα στον Φίσερ και τον Σπάσκι το 1972 στην Ισλανδία, και προσπαθεί να σκιαγραφήσει την σκακιστική ιδιοφυία του Φίσερ και την σύγκρουση των δύο υπερδυνάμεων στο απόγειο του ψυχρού πολέμου πάνω από μία σκακιέρα.

Στην δεύτερη κατηγορία δεν θα αναφερθούμε στις πολλές σκηνές διαφόρων κατασκοπικών ταινιών τύπου Τζέιμς Μποντ, που δείχνουν τους πρωταγωνιστές να παίζουν σκάκι σε μία προσπάθεια να σκιαγραφήσουν τους πρωταγωνιστές ως ιδιαίτερα έξυπνους και με στρατηγικές ικανότητες, αλλά σε ταινίες που το σκάκι αποτέλεσε το κλειδί για την ερμηνεία της ταινίας.

Εμβληματική στο πλαίσιο αυτό είναι «Η έβδομη σφραγίδα» του Μπέργκμαν (1957). Στην ταινία ο ιππότης συναντάει το Χάρο, που έρχεται να τον πάρει, και του προτείνει μια παρτίδα σκάκι με αντάλλαγμα τη ζωή του, αν τον κερδίσει. Ο Χάρος δέχεται και με τον τρόπο αυτό ο ιππότης παρατείνει τη ζωή του μέχρι το τέλος της παρτίδας και της ταινίας. Η σκηνή είναι η πιο εμβληματική σκακιστική σκηνή στην ιστορία του σινεμά. Και μπορεί στο τέλος ο Χάρος να κερδίζει αλλά το ότι ο ιππότης απέκτησε το δικαίωμα να αγωνιστεί για να αλλάξει τη μοίρα του παλεύοντας σε ένα παιχνίδι, το σκάκι, όπου εξ ορισμού οι δύο αντίπαλοι είναι ίσοι, δείχνει τις κατακτήσεις του ανθρώπου της νεωτερικότητας αλλά και την τραγικότητα του, καθώς το αποτέλεσμα δεν αλλάζει.

Στην ταινία «1984» του Μάικλ Ράντφορντ, κινηματογραφική μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος του Τζορτζ  Όργουελ, ο πρωταγωνιστής στην τελευταία σκηνή της ταινίας παίζει σκάκι μελετώντας ένα σκακιστικό πρόβλημα από την εφημερίδα, όμως είναι εξ αρχής χαμένος καθώς παίζει με τα μαύρα. Όποιο σκακιστικό πρόβλημα και εάν διαβάσετε σε μία εφημερίδα θα δείτε ότι σε όλα πάντα τα λευκά παίζουν και κερδίζουν σε κάποιες κινήσεις. Έτσι χρησιμοποιείται το σκάκι για να δείξει την παντοδυναμία του Μεγάλου Αδελφού, την απόλυτη κυριαρχία του και την ματαιότητα της αντίστασης κεντρικά ζητήματα της ταινίας/ μυθιστορήματος.

Τέλος στην «Άμυνα του βασιλιά» (2000) του Marleen Gorris κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Ναμπόκοφ «Η άμυνα του Λούζιν», διερευνώνται οι ψυχολογικές επιπτώσεις της ιδιοφυίας και της μονομανίας που χαρακτηρίζει κάθε σκακιστή υψηλού επιπέδου, όπου ο πρωταγωνιστής προσπαθεί να ξεφύγει, να ερωτευτεί, να ζήσει μακριά από το σκάκι χωρίς στο τέλος να το καταφέρνει. Το σκάκι κυριεύει κάθε σκέψη του μυαλού του, αλλά και κάθε κύτταρο του σώματος του με αποτέλεσμα να αυτοκτονεί βλέποντας ασπρόμαυρα τετράγωνα.

Στο σημείο αυτό, της επιρροής του σκακιού στην προσωπικότητα,  συνομιλεί η «Άμυνα του Δράκου» της Κολομβιανής Natalia Santa, που είναι η αφορμή για το μικρό αυτό άρθρο με την «Άμυνα του βασιλιά». Είναι χαρακτηριστικό το motto στην διαφημιστική αφίσα της ταινίας «being afraid to lose is like being afraid to live». Η άμυνα του Δράκου είναι μία από τις πιο οξείες σκακιστικές βαριάντες που μπορεί να επιλέξει ο παίκτης με τα μαύρα. Το παιχνίδι έχει μεγάλη ένταση και η απόσταση της νίκης από την ήττα είναι ελάχιστη. Το να φοβάσαι να χάσεις είναι σα να φοβάσαι να ζήσεις. Επιλέγοντας την άμυνα του Δράκου κινδυνεύεις άμεσα να χάσεις αλλά μπορείς με τις ίδιες πιθανότητες και να κερδίσεις. Και για να μην ψάχνουν οι θεατές της ταινίας για την ονομασία της βαριάντας, προέρχεται από την ομοιότητα της δομής των πιονιών του μαύρου με τον αστερισμό του Δράκου και όχι με την ουρά ενός κινέζικου δράκου. Ο πρωταγωνιστής αποφασίζει στο τέλος να βγει από το τέλμα, να εκτεθεί στον κόσμο και να ζήσει.

Βλέπουμε λοιπόν ότι το σκάκι δεν είναι άλλο ένα παιχνίδι που γίνεται κινηματογραφική ταινία. Δεν είναι ούτε πυγμαχία, ούτε αμερικάνικο ποδόσφαιρο, παιχνίδια που έχουν δώσει σειρά ταινιών κυρίως στον αμερικάνικο κινηματογράφο με πολύ καλά εισπρακτικά αποτελέσματα. Οι πολλαπλές νοηματοδοτήσεις του σκακιού χρησιμοποιούνται από τον κινηματογράφο, ιδίως τον κινηματογράφο των δημιουργών, γιατί μπορούν να μιλήσουν κατά την έκφραση του Μπόρχες για τα νήματα του χρόνου, του ονείρου και της αγωνίας.

Thessaloniki International Film Festival