Του Δημήτρη Κερκινού
Τολμηρή και ασυμβίβαστη, η πρώτη γυναίκα σκηνοθέτις της Βουλγαρίας και μια από τις λίγες γυναίκες παγκοσμίως που σκηνοθέτησε ταινία μεγάλου μήκους τη δεκαετία του ’50, η Μπίνκα Ζελιάσκοβα παραμένει, δέκα χρόνια μετά τον θάνατό της, μια άγνωστη ευρωπαία δημιουργός. Δεν είναι τυχαίο που μια από τις κορυφαίες προσωπικότητες του κινηματογράφου της εποχής μας, ο σκηνοθέτης, κριτικός και ιστορικός του σινεμά Μαρκ Κάζενς, συμπεριέλαβε ταινίες της Ζελιάσκοβα στο εμβληματικό του ντοκιμαντέρ Οι γυναίκες κάνουν ταινίες, σχολιάζοντας: «Το έργο της αμφισβητεί τις παραδεδομένες αντιλήψεις μας για το σινεμά. Γιατί το όνομα της Μπίνκα Ζελιάσκοβα δεν είναι γνωστό στους σινεφίλ;». Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης είναι το πρώτο φεστιβάλ που παρουσιάζει ένα ολοκληρωμένο αναδρομικό αφιέρωμα στο έργο της.
Επηρεασμένη από τον ιταλικό νεορεαλισμό, το γαλλικό Νέο Κύμα και τη μακρά παράδοση του σοβιετικού σινεμά, η Ζελιάσκοβα παρέκκλινε αισθητικά από τις επιταγές του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, γυρίζοντας ποιητικές και αλληγορικές ταινίες που τονίζουν την υποκειμενική εμπειρία και τις ατομικές ιστορίες των ηρώων της, καινοτομώντας και συμβάλλοντας καθοριστικά στη γέννηση ενός ποιητικού ρεαλισμού που αποτέλεσε έκτοτε σημείο αναφοράς της βουλγαρικής κινηματογραφίας.
Μέλος της αντιφασιστικής νεολαίας κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αφοσιωμένη μαρξίστρια, ιδεαλίστρια και αντικομφορμίστρια, η Ζελιάσκοβα δεν δίστασε να δηλώσει στο έργο της την απογοήτευσή της για τη διάψευση των σοσιαλιστικών ιδεωδών. Η δυσαρέσκειά της αποτυπώθηκε σε όλες τις ταινίες της, με δραματικές συνέπειες για την ίδια: τέσσερις ταινίες της θα απαγορευτούν και θα προβληθούν μονάχα μετά την πτώση του καθεστώτος, ενώ για μεγάλες χρονικές περιόδους περιθωριοποιήθηκε επαγγελματικά. Παρά τα διαστήματα επιβεβλημένης απραξίας και την ιδεολογική επιτήρηση που θα υποστεί από το κομμουνιστικό κόμμα, η Ζελιάσκοβα θα παραμείνει ασυμβίβαστη έως το τέλος, πιστή σ’ ένα ανθρωπιστικό σινεμά που ασκεί κριτική στο καθεστώς και αποτυπώνει την πνευματική κρίση του σοσιαλισμού.
Στη δημιουργική της πορεία σκηνοθέτησε εννέα ταινίες, μεταξύ των οποίων και δύο ντοκιμαντέρ, οι περισσότερες σε σενάριο του συζύγου της, του Χρίστο Γκάνεφ. Το ντεμπούτο της, με τίτλο Ήσυχα κυλά η ζωή… (1957), η πρώτη ταινία σε ολόκληρο το σοσιαλιστικό μπλοκ που σχολιάζει την ασυνέπεια μεταξύ σοσιαλιστικών ιδανικών και μεταπολεμικής πραγματικότητας, απαγορεύτηκε με διάταγμα από την Κ.Ε. του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Το 1961, γυρίζει μια από τις αισθητικά αρτιότερες ταινίες της εποχής, το Ήμασταν νέοι, φιλμ που αναδεικνύει την κινηματογραφική της δεξιοτεχνία και της χαρίζει το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ της Μόσχας, ένα βραβείο που θα εγγυηθεί τη διανομή της ταινίας παρά τη δυσαρέσκεια του Κόμματος για το διάχυτα απαισιόδοξο κλίμα της. Επιστρέφει με το πρωτοποριακό Παγιδευμένο αερόστατο (1967), όπου βασικός πρωταγωνιστής είναι ένα στρατιωτικό αερόστατο. Η ταινία προβλήθηκε στο Φεστιβάλ του Μόντρεαλ και προσκλήθηκε να συμμετάσχει στη Βενετία, όμως οι βουλγαρικές αρχές την απέσυραν, ακυρώνοντας τις συμφωνίες για τη διανομή της. Έως το 1989, οπότε επετράπη η προβολή της στο Φεστιβάλ του Βερολίνου, η ταινία παρέμεινε στο ράφι, στερώντας από τη Ζελιάσκοβα τη διεθνή αναγνώριση που της άξιζε για μια ταινία τόσο τολμηρή και στιλιστικά καινοτόμα, η οποία διατηρεί μέχρι σήμερα τη φρεσκάδα της χάρη στην αισθητική της και τον οξυδερκή σχολιασμό του ανθρώπινου ψυχισμού. Θα ακολουθήσουν τρεις ταινίες που θα προκαλέσουν διεθνές ενδιαφέρον: η φεμινιστική Τελευταία λέξη (1973), που προβλήθηκε στο διαγωνιστικό τμήμα των Καννών, η αλληγορική Πισίνα (1977), που τιμήθηκε με το δεύτερο βραβείο στο 10ο Φεστιβάλ της Μόσχας, και η υπαρξιακή παραβολή με τίτλο Μια βουτιά τη νύχτα (1980), που συμμετείχε στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα» των Καννών, το 1981. Και βέβαια, τα δύο –αμφότερα απαγορευμένα με διάταγμα– ντοκιμαντέρ της, Η φωτεινή και η σκοτεινή όψη των πραγμάτων και το Νανούρισμα, γυρισμένα το 1981, που έχουν στο επίκεντρό τους τις γυναίκες και τα παιδιά στις φυλακές της πόλης Σλίβεν.
Η τελευταία της ταινία, η τηλεταινία Στις στέγες τη νύχτα (1988), θα ολοκληρώσει μια καριέρα που δοκιμάστηκε από τη λογοκρισία και την εχθρότητα του καθεστώτος για την αταλάντευτη κριτική στάση και το ανεξάρτητο πνεύμα της. Οι ταινίες που κατάφερε να γυρίσει αποτελούν θαρραλέες πράξεις αντίστασης κατά του ολοκληρωτισμού και εκφράζουν την ηθική αγωνία μιας γενιάς που διαψεύστηκε ιδεολογικά και έχασε τα ιδανικά της. Η συνέπεια με την οποία η Ζελιάσκοβα έζησε και υπηρέτησε την τέχνη της σε δύσκολους καιρούς αποτελεί σπάνιο παράδειγμα και πηγή έμπνευσης για κάθε δημιουργό και πολίτη που σέβεται τον εαυτό του.