Τζον Γουότερς: «Όσο παράξενο κι αν ακούγεται, ήμουν πάντα ένας εμπορικός σκηνοθέτης»

Συνέντευξη στο Γιώργο Κρασσακόπουλο

Πάπας του trash ή «εθνικός αμερικάνικος θησαυρός», ο Τζον Γουότερς δεν έχει κανένα απολύτως πρόβλημα με οποιονδήποτε από τους δύο αυτούς τίτλους (ή κάποιον άλλον ενδιάμεσα) θελήσετε να του αποδώσετε. Θρυλικός σκηνοθέτης ενός underground σινεμά που υπήρξε πάντα τόσο εξωφρενικό όσο κι αστείο και τόσο ανάλαφρο όσο και βαθιά πολιτικό, είναι την ίδια στιγμή ένας αληθινός οικουμενικός άνθρωπος. Από το σινεμά έως τα εικαστικά, από τη λογοτεχνία έως το stand up comedy, o Γουότερς έχει ασχοληθεί με κάθε μορφή τέχνης για να την υπονομεύσει και την ίδια στιγμή να την ανυψώσει. Κι αν το μεγαλύτερο και καλύτερο έργο τέχνης που δημιούργησε στην πλούσια καριέρα του πιθανότατα δεν είναι άλλο από την ανεπανάληπτη ύπαρξή του (διότι αν δεν υπήρχε ένας άνθρωπος σαν τον Γουότερς, τότε σίγουρα θα έπρεπε να εφευρεθεί), για όλους εμάς που μάθαμε να βγάζουμε τη γλώσσα στον κόσμο μέσα από το αυθάδικο, θαρραλέο, φλεγόμενο σινεμά του θα παραμένει για πάντα ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες όλων των εποχών και προφήτης ενός επαναστατικού, απελευθερωτικού savoir vivre που αξίζει να βιωθεί κι εκτός του ξέφρενου σύμπαντος των ταινιών του. Λίγο πριν από την άφιξή του στο 60ό Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, μας μίλησε για όλα. 

Για το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης διαλέξατε μια σειρά από απροσδόκητες ταινίες. Κάτι που δεν εκπλήσσει κάποιον που ακολουθεί τις λίστες με τις αγαπημένες σας ταινίες για κάθε χρονιά που δημοσιεύετε. 

Θα έλεγα ότι η ειδικότητά μου είναι οι feel-bad ευρωπαϊκές ταινίες

Και, υποθέτω, όταν αγαπάτε μια ταινία, την αγαπάτε πολύ. Θυμάμαι να διαβάζω μια ατάκα σας για το «Crash» του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ: «Αυνανίζομαι μ’ αυτή την ταινία».

Λοιπόν ναι, ήταν σαν πορνό με αυτοκινητιστικά δυστυχήματα, αλλά… μερικά από τα πράγματα που έχω πει… Σκέφτομαι καμιά φορά, Θεέ μου, το είπα όντως αυτό το πράγμα; Αλλά ναι, είμαι σίγουρος ότι το είπα. Ακούγεται σαν κάτι που θα έλεγα δέκα χρόνια πριν. Νομίζω ότι το εννοούσα μεταφορικά, αλλά ακόμη κι έτσι… [γελάει]. 

Είμαι βέβαιος ότι το είχατε πει μεταφορικά [γέλια]. Υποθέτω όμως ότι για πολλούς ανθρώπους και οι δικές σας ταινίες λειτουργούν με έναν αντίστοιχο τρόπο. Με αντίστοιχο πάθος. Σαν «φάροι» για όλους τους «παράξενους», τους «απροσάρμοστους» ανθρώπους, για να αναγνωρίσουν ο ένας τον άλλον και να συναντηθούν. 

Η αλήθεια είναι πως… κάτι τέτοιο… Αλλά όταν έκανα αυτές τις ταινίες, ειδικά τις πρώτες μου, τις έκανα με οδηγό εκείνο το χιούμορ που θα έκανε εμένα και τους φίλους μου να γελάσουμε. Απηχούσαν τη δική μας αίσθηση του χιούμορ και τις επιρροές μας – και, φυσικά, το πόσο μακριά μπορούσαμε να σπρώξουμε τα πράγματα τόσο στο arthouse όσο και στο exploitation σινεμά. Κι εγώ απλώς έβαλα όλα αυτά τα πράγματα σε ένα μείγμα, από τον εμετό του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν ως τα βυζιά του Ρας Μάγιερ –ακόμη κι αν ήταν ψεύτικα– και το μελόδραμα του Ντάγκλας Σερκ. Προσπάθησα να βάλω όλες αυτές τις επιρροές μου μαζί και να τις σατιρίσω. Με κάποιο τρόπο, κάθε μια από τις ταινίες μου ανήκει σε ένα είδος που ήθελα να σατιρίσω. Ανέκαθεν πήγαινα σινεμά, πάντα διάβαζα για το σινεμά, και νομίζω ότι αυτό που ήθελα να κάνω ήταν να δημιουργήσω ένα νέο κινηματογραφικό είδος. Κάτι σαν sexploitation art films. Ή, μάλλον, ούτε καν sexploitation αλλά απλώς exploitation – γιατί δεν νομίζω ότι αυνανίστηκε ποτέ κανείς με τις ταινίες που έκανα.

 Όταν κάνατε εκείνες τις πρώτες σας ταινίες, νιώθατε την αίσθηση του κινδύνου; Ή απλώς το διασκεδάζατε; 

Νομίζω τίποτα από τα δύο. Πολλοί άνθρωποι μου λένε ότι τα γυρίσματα πρέπει να ήταν απολαυστικά, αλλά σκεφτείτε: γυρίζαμε δεκατρείς ώρες τη μέρα, συχνά δίχως άδειες και δίχως να έχω ιδέα τι ακριβώς κάνω. Δεν ήταν διασκεδαστικό, όχι. Αλλά είμαι πολύ περήφανος για τη δουλειά μου τότε. Σκέφτομαι πώς γύρισα εκείνες τις ταινίες. Γιατί, όπως είπα, πραγματικά δεν είχα ιδέα τι έκανα. Όσο για τον κίνδυνο, ναι, ίσως ήταν λίγο επικίνδυνα. Μας συνέλαβαν όταν κάναμε το «Mondo Trasho», η λογοκρισία μάς είχε στο στόχαστρο – αλλά όχι, δεν φοβόμουν ότι θα μπω φυλακή. Ερχόμουν από ένα προνομιούχο περιβάλλον. Ήξερα ότι θα έχω τη στήριξη των γονιών μου, αν συνέβαινε κάτι κακό. Και παρότι θα ήθελαν να ανοίξει η γη και να τους καταπιεί παρά να μιλήσουν για τις ταινίες μου, τις χρηματοδότησαν από την αρχή – αλλά τους πλήρωσα έως τελευταία δεκάρα. 

Το να σοκάρετε θα λέγατε ότι ήταν ένας από τους στόχους σας;

Ναι, η αλήθεια είναι πως ήταν ένας από τους στόχους μου, αλλά θα προσθέσω μερικές ακόμη λέξεις: «και να τους κάνω να γελάσουν». Ήθελα να τους σοκάρω και να τους κάνω να γελάσουν. Κι έκανα ταινίες που θα μισήσουν οι χίπις, αλλά στην πορεία οι χίπις έγιναν πανκ κι έτσι οι ταινίες μου πάντα έβρισκαν την ανταπόκριση που ήθελα από το κοινό μου. Ποτέ μου δεν ένιωσα ότι δεν με καταλάβαιναν. Επίσης, το τι σοκάρει τους ανθρώπους είναι πάντα σχετικό. Μέσα στα χρόνια είδα όλους τους κανόνες της λογοκρισίας να καταρρίπτονται. Κι αναρωτιέμαι, τι άλλο υπάρχει πλέον να καταρριφθεί;

Μιλήσατε για «sexploitation» νωρίτερα και τώρα μιλάτε για την απεικόνιση του σεξ στο σινεμά, αλλά οι ταινίες σας με κάποιο τρόπο δεν έχουν καν να κάνουν με το σεξ, αλλά με μια παράβαση, το σπάσιμο των ταμπού σε ένα πιο βαθύ επίπεδο.

Απολύτως. Όταν ο Πολ Μορισέι είδε το «Pink Flamingos», μου είπε ότι είναι η μόνη ταινία που έχει δει που μισεί το σεξ περισσότερο απ’ ό,τι εγώ. Προφανώς, δεν μισούσα το σεξ, αλλά καταλαβαίνω απόλυτα τι εννοούσε. Ήταν μια ελάχιστα σεξουαλική ταινία. Το σεξ στο «Pink Flamingos» ήταν τόσο γελοίο και τόσο απαίσιο όσο οτιδήποτε άλλο σε εκείνη την ταινία.

Στη Θεσσαλονίκη θα κάνετε ένα workshop για νεαρούς σκηνοθέτες. Ποιο πράγμα θα λέγατε ότι θα θέλατε να σας είχε πει κάποιος πριν ξεκινήσετε να κάνετε ταινίες, ή στην αρχή της καριέρας σας; 

Νομίζω πως, ακόμη κι αν δεν ξέρεις τα πάντα για την τεχνική πλευρά, αυτό δεν έχει στ’ αλήθεια σημασία. Πάντα έλεγα πως, αν το πρώτο πράγμα που λες όταν βγαίνεις από το σινεμά είναι πως η ταινία ήταν όμορφη, αυτό σημαίνει ότι είδες μια κακή ταινία. Οι πρώτες μου ταινί-ες ήταν φρικτές από τεχνικής πλευράς, αλλά αν σου άρεσαν θα τις περιέγραφες ως «ακατέργα-στες»· αν δεν σου άρεσαν, θα τις έλεγες «ερα-σιτεχνικές». Και στην ουσία σημαίνουν και τα δυο το ίδιο πράγμα. Οπότε, μην φοβάσαι αν δεν ξέρεις τι ακριβώς κάνεις, αν προχωράς σκοντάφτοντας. Μερικές φορές μπορεί να σκοντάψεις και να πέσεις σε μια περιοχή που κάποιοι θα αποκαλέσουν τέχνη. Ακόμη κι αν δεν ήταν αυτό που προσπαθούσες να επιτύχεις.

Τι σημαίνουν για εσάς οι λέξεις «κακό γούστο»;

Σήμερα; Σχεδόν τίποτα. Κοίτα το αμερικάνικο γούστο. Μπορείς να πεις τι είναι καλόγουστο και τι όχι πλέον; Κακό γούστο είναι να προσπαθείς να δείχνεις πλούσιος. Ακόμη κι αν είσαι πλούσιος, είναι κακόγουστο. Νομίζω ότι η μόνη χώρα στην οποία ξέρουν να είναι πλούσιοι με τον σωστό τρόπο είναι η Ελβετία. Ντρέπονται γι’ αυτό. 

Ίσως επειδή είναι πλουσιότεροι από τους περισσότερους ανθρώπους εκεί έξω.

Ίσως. Αλλά δεν μισώ όλους τους πλούσιους. Αστειεύεσαι; Αν δεν υπήρχαν οι πλούσιοι, ποιος θα μου δάνειζε λεφτά να κάνω ταινίες; Ποιος θα αγόραζε τέχνη; Μου αρέσουν οι πλούσιοι. Μερικοί από αυτούς. Και, φυσικά, υπάρχουν και κακοί φτωχοί. Ξέρω και μερικούς φτωχούς που είναι αληθινά καθάρματα…

Thessaloniki International Film Festival