Νίκος Νικολαϊδης: ο ρομαντικός που δεν μας πρόδωσε ποτέ

Συνέντευξη της Μαρί Λουίζ Βαρθολομαίου στην Έφη Παπαζαχαρίου*

«Φριχτά δικαιωμένος που ο εφιάλτης προχωράει κατά κει που υπολόγιζα, δεν έχω να πω τίποτα άλλο». Τρεις δεκαετίες αργότερα, τα λόγια του Νίκου Νικολαΐδη μοιάζουν πιο προφητικά και εύστοχα από ποτέ. Ένας ακόμη λόγος που η –καθολικά προσβάσιμη– προβολή της ταινίας Πρωινή Περίπολος στο 61ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, σε αυτή την τόσο δύσκολη εποχή, αποκτά ξεχωριστή βαρύτητα. Η Μαρί Λουίζ Βαρθολομαίου, συνοδοιπόρος στη ζωή και στο έργου του Νίκου Νικολαΐδη, καθώς και πολυβραβευμένη σκηνογράφος στις ταινίες του, ανοίγει την καρδιά της στο Πρώτο Πλάνο.

Ο Νίκος Νικολαΐδης και η Μαρί Λουίζ Βαρθολομαίου

«Η Πρωινή Περίπολος είναι μια ταινία που με φοβίζει και αποφεύγω να τη βλέπω… Πιστεύω ότι, όπως και η Eυριδίκη BA 2037, είναι μπροστά από την εποχή της», έλεγε, πριν καλά καλά κλείσει ο περασμένος αιώνας. Πόσο δίκιο είχε o μόνος έλληνας δημιουργός ο οποίος, χρόνια πριν φανεί ο ορίζοντας του διαδικτύου στην καθημερινότητά μας, προφήτευε μέσα από το έργο του ένα ζοφερό μέλλον και μια δυστοπική πραγματικότητα. Η σημερινή πανδημία και η («αόρατη», προς το παρόν) κυριαρχία του Μεγάλου Αδερφού δεν θα του προκαλούσε έκπληξη, παρά μόνο πικρό σαρκασμό. Στο έργο του, όσο τον απασχόλησε το παρελθόν άλλο τόσο τον καθόρισε το μέλλον –στη μέση,  σε θέση εξισορροπιστή, ο έρωτας. Από τη μια, η αγαπημένη ροκ τριλογία της επαναστατικής συντροφικότητας, της -επιφανειακής- ξεγνοιασιάς και του μαύρου χιούμορ των Κουρελιών, της Συμμορίας και του Χαμένου. Από την άλλη, η καταιγιστική εκείνη της αδυσώπητης μοναξιάς, της καταστροφής και της καθεστωτικής κόλασης στην Ευρυδίκη, στην Πρωινή Περίπολο και στο Zero Years. Στη μέση, ο ακραίος όσο και σαγηνευτικός ερωτισμός του Singapore Sling και της Κόλασης. Όλα, φυσικά, με αφετηρία το πολύτιμο Lacrimae Rerum, ένα μικρού μήκους δυνατό σαν σφαίρα. Όλα, εννοείται, τυλιγμένα σε σκοτεινό ρομαντισμό, υγρή ατμόσφαιρα, λυτρωτικές μουσικές και ήχους βροχής.

«Σκηνοθέτης με κεφαλαία γράμματα… Μαέστρος που ήξερε να τους διευθύνει όλους. Ανεξάρτητος, ανένταχτος, σεμνός, απέραντα ειλικρινής, με φοβερή παιδεία και γνώση που την χάριζε απλόχερα στους πολύ κοντινούς του. Από τη φύση του ως άτομο, είχε την αίσθηση της μοναξιάς και του τέλους του κόσμου και θεωρώ πώς μετέτρεπε τις φαντασιώσεις του σε ταινίες. Ήταν “σκοτεινός” τύπος και πάντα τον παίδευε το ερώτημα “ποιοι είμαστε… πού πάμε…”», μου λέει για τον σύντροφό της με πάθος η Μαρί Λουίζ. Η νοσταλγία, όμως, δεν είναι φίλη της. Ούτε η θλίψη. Ούτε η μελαγχολική προσήλωση στο παρελθόν. Από τον Νίκο, φυλάει μέσα της «τα αγαπησιάρικα και δημιουργικά μας χρόνια, το κράτημα των χεριών και την αγκαλιά του, τα γέλια που κάναμε, τις “συνωμοσίες” κι τις σιωπές. Τον Τζέρι Λιούις και τα φιλμ νουάρ».

Πρωινή Περίπολος (1987)

Η Περίπολος είναι η αγαπημένη της ταινία, δεν το κρύβει. «Διότι, ως βαθιά ρομαντική, πιστεύω στην αγάπη και στον έρωτα, ακόμα κι αν περνάει μέσα από  την έλλειψη επικοινωνίας, τη μοναξιά, την εγκατάλειψη, την απειλή, την απόγνωση… Όταν “χάθηκε” ο Νίκος, το πρώτο που ένοιωσα ήταν… πόσο παρούσα ήταν η απουσία του και πόσο απούσα ήταν η παρουσία του… κι εξακολουθώ να αγαπάω την απουσία του…», λέει και νιώθει πολύ συγκινημένη που, επιτέλους, υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες ώστε «το σύμπαν του Νικολαΐδη να μπορέσει να έρθει σε επικοινωνία με ένα σύμπαν ανθρώπων που δεν είχαν τη δυνατότητα να δουν την ταινία έως τώρα».

Ο Νίκος Νικολαΐδης

Τα γυρίσματα, θυμάται, για να επιτευχθεί αυτό το απίστευτο, ασφυκτικό και συγχρόνως έρημο αστικό «τοπίο» του φιλμ, το οποίο φώτισε εκπληκτικά ο Ντίνος Κατσουρίδης, «έγιναν σε 80 διαφορετικά σημεία στην Αττική. Κάναμε ρεπεράζ σχεδόν ένα χρόνο, για να βρούμε χώρους περίεργους, έρημους, μοναχικούς, με ενδιαφέρον και κάποια ιστορία… Είχαμε φτιάξει ένα μπλοκ ζωγραφικής με φωτογραφίες από τα διάφορα μέρη και τις “μοντάραμε”, τις βάζαμε δηλαδή σε συνέχεια, ώστε να δένει ο ένας χώρος με τον άλλον, κι ας ήταν χιλιόμετρα μακριά μεταξύ τους! Τα παλιά εργοστάσια ήταν από μόνα τους ένα σχεδόν έτοιμο σκηνικό. Απλώς πρόσθετα αντικείμενα, ένα βαρέλι με φωτιά, ξύλα πεταμένα, κάποιο παλιό έπιπλο, μια νέον επιγραφή… Οι στοές της Αθήνας, στο κέντρο, όπου ο κόσμος περνάει κάθε μέρα δίπλα τους αλλά δεν τις βλέπει… εκεί κάναμε πολλά γυρίσματα χωρίς να μας ενοχλήσουν».

«Προσπαθήσαμε να φτιάξουμε μια ερειπωμένη, ρημαγμένη πόλη, όπου το μόνο ζωντανό στοιχείο ήταν οι κινηματογράφοι και οι ανοιχτές τηλεοράσεις. Νομίζω πως το όραμα του Νίκου στην Περίπολο έγινε πραγματικότητα σε μεγάλο βαθμό. Βέβαια, όταν μοντάραμε το φιλμ, αναγκάστηκε να κόψει 15’ από το πρώτο μέρος, όπου η Μισέλ περιπλανιέται στην άδεια πόλη, μετά από δική μου επιμονή ότι θα κάνει κοιλιά! Δεν μου το συγχώρεσε ποτέ αυτό!»

αναφέρει γελώντας.

Ταυτόχρονα, όμως, ομολογεί πως ήταν πάντα ελεύθερη να κάνει όσα ήθελε, αν και φρόντιζε να έχει πάντα εναλλακτικές λύσεις για τον σκηνικό της κόσμο, καθώς ήξερε πολύ καλά τι είχε στο μυαλό του ο Νίκος Νικολαΐδης και συναισθανόταν τι θα τον ικανοποιούσε.

«Έτσι κι αλλιώς ήταν σαν να μεγάλωσα μαζί του, ακούγαμε τις ίδιες μουσικές, διαβάζαμε τα ίδια βιβλία, βλέπαμε μαζί ταινίες… είχαμε ίδια ενδιαφέροντα κι απόψεις, που λένε!».

Μέσα από την κουβέντα για την ταινία, «την καλύτερη συνεργασία που έγινε ποτέ με τον Κατσουρίδη, την Μισέλ (Βάλεϊ), τον Τάκη (Σπυριδάκη)… και μένα!», ενθουσιάζεται, ζωντανεύουν στιγμές και άγνωστες λεπτομέρειες έρχονται στο φως: «Θυμάμαι την πρώτη μέρα γυρίσματος, με την αρχική σκηνή της Μισέλ που βρίσκει το εγκαταλελειμμένο αυτοκίνητο και κάθεται ν’ ανάψει τσιγάρο… Όταν ολοκληρώθηκε, ο Νίκος έσκυψε και της έδωσε ένα φιλί – κάτι που δεν έκανε ποτέ! Πράγμα που έδειξε, χωρίς λόγια, πόσο του άρεσε ο τρόπος που έπαιξε! Μια μέρα, ζήτησε από τον φροντιστή να βρει ένα παλιό περίπτερο… έψαξε παντού αλλά δεν μπορούσε να βρει… έξαλλος ο Νίκος… Έτυχε να πηγαίνω για ρεπεράζ προς Βαρυμπόμπη και ξαφνικά, σε μια χαράδρα, βρίσκω πεταμένα δεκάδες περίπτερα! Λέω στον Νίκο “σου έχω μια έκπληξη”, τον πάω στο σημείο με τα περίπτερα και του λέω: διάλεξε!».

Τάκης Σπυριδάκης και Μισέλ Βάλει στην Πρωινή Περίπολο

Τον Νίκο Νικολαΐδη τον αγάπησα ως μαθήτρια στα 16 μου μέσα από ένα βιβλίο που πυροδότησε σαν βόμβα την εφηβική ανησυχία μου, τον Οργισμένο Βαλκάνιο. Τον αγάπησα εκ νέου ως φοιτήτρια, στα 20 μου, μέσα από την ανατρεπτική τρυφερότητα της Γλυκιάς Συμμορίας. Ξανά ως δημοσιογράφος. στα 26 μου, μετά την Πρωινή Περίπολο, όπου «ο κόσμος μας είναι ένας τάφος, που στα ερείπιά του είναι θαμμένος ο φόβος και ο πόνος μας», όπως έλεγε η αντι-ηρωίδα της ταινίας. Και ήμουν από τους τυχερούς εκείνους ανθρώπους που το σπίτι του, εκείνο το οποίο έδωσε σάρκα και οστά στα αθάνατα Κουρέλια, έγινε και σπίτι μου, όπως άλλωστε και σπίτι μιας ολόκληρης παρέας, κομμάτια της οποίας ήταν και οι πολυαγαπημένοι Νίκος Τριανταφυλλίδης και Τάκης Σπυριδάκης. Ο Νίκος Νικολαΐδης ήταν, επίσης, ο δημιουργός και μέντοράς μου. Οι κουβέντες μας, συναρπαστικές, για ώρες ατελείωτες. Η  συνεργασία μας, πολύτιμη. Η φιλία μας, βαθιά. Η Μαρί Λουίζ πάντα δίπλα του, βράχος θετικής ενέργειας, πηγή διαρκούς ζεστασιάς και… ικανοποίησης των στομαχιών μας με πεντανόστιμα «υλικά». Τότε και τώρα. Αυτόνομη πια, αλλά και ως συνέχεια του Νίκου.

Δύσκολο το έργο της να κληροδοτήσει στις επόμενες γενιές, μαζί με τα παιδιά τους, Συμεών και Θεοδώρα, τα σπουδαία δημιουργήματά του, πολλά από τα οποία δεν πρόφτασαν να βγουν από το συρτάρι:

«Ο Νίκος ήταν πολύ μπροστά, έβλεπε πολύ μακριά και τώρα δικαιώνεται. Είναι πολλοί όσοι νιώθουν ότι τους εκπροσωπεί ο λόγος του, ο τρόπος ζωής του, ο ρομαντισμός του, η οργή του, η ελευθερία του, η άρνησή του να συμβιβαστεί… Είναι πολλοί όσοι νιώθουν ότι δεν τους πρόδωσε ποτέ. Και είναι πολλά τα νέα παιδιά που γνωρίζουν το έργο του ή το μαθαίνουν τώρα – κάτι που θα του άρεσε πολύ. Διαβάζουν τα βιβλία του, βλέπουν και ξαναβλέπουν τις ταινίες του, κρατάνε τις ατάκες του, τον αγαπάνε σιωπηλά και βαθιά… έτσι όπως ήταν και το μότο του… run silent run deep…».

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1987

Το τελευταίο του εξαιρετικό βιβλίο, με τίτλο Μια Στεκιά στο Μάτι του Μοντεζούμα, κυκλοφορεί σε νέα έκδοση αυτόν τον καιρό. Ο Οργισμένος Βαλκάνιος, που τόσο ήθελε τελευταία να κάνει ταινία ο Τάκης Σπυριδάκης, είναι μεταφρασμένος, έτοιμος να μαρσάρει σε λεωφόρους μακρινές. Οι ταινίες του, σήμερα περισσότερο από ποτέ, προβάλλονται στο εξωτερικό ή πωλούνται σε DVD HD, σε Ευρώπη, Αμερική, Αυστραλία… «Μου κάνει εντύπωση, χωρίς την παραμικρή διαφήμιση…», τονίζει η Μαρί Λουίζ.

«Έγιναν διάφορα αφιερώματα τελευταία στη Γερμανία, έγραψαν για τις ταινίες του πολύ σοβαροί κριτικοί. Στα Γαλλία, για παράδειγμα, στο τέλος του χρόνου, θα βγει το Fanzine Instable, με  100 σελίδες αφιέρωμα στον Νίκο και τις ταινίες του…».

* Η Έφη Παπαζαχαρίου είναι δημοσιογράφος.

Πρωινή περίπολος – Morning Patrol – SDH

Thessaloniki International Film Festival