Του Κωστή Κορνέτη*
Το 58ο ΦΚΘ προτείνει στους θεατές ένα απρόβλεπτο αφιέρωμα, με τίτλο «Αόρατα χέρια»** και ελεύθερη είσοδο για το κοινό. Διερευνά το θέμα της ανεργίας και φυσικά το δικαίωμα στην εργασία, μέσα διαδρομές γεμάτες ελπίδα και θετική ενέργεια. Πρόκειται άλλωστε για ζητήματα που απασχολούν το φεστιβάλ διαχρονικά και αναζητά τις πτυχές του τόσο μέσα από τη μυθοπλασία, όσο και το ντοκιμαντέρ. Μάλιστα, ένα ντοκιμαντέρ που προβλήθηκε στο 19ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, αποτέλεσε την αφετηρία για το ακόλουθο κείμενο.
Ιαπωνία. Τόκυο. Ένας σταθμός προαστιακού τρένου. Ένας συρμός που έρχεται με ιλιγγιώδη ταχύτητα και φρενάρει ξαφνικά. Ένας τρομαχτικός κρότος και ένα ραγισμένο τζάμι, αυτό του οδηγού. Προφανώς κάποιος έχει αυτοκτονήσει πέφτοντας στις ράγες την ώρα που πλησίαζε το τρένο. Αυτή είναι η πρώτη, συγκλονιστική σκηνή από το ντοκιμαντέρ «Εύθραυστη Ισορροπία» του Ισπανού σκηνοθέτη Γκιγιέρμο Γκαρθία Λόπεθ (2016).
Στην συνέχεια, και ενώ παρεμβάλλονται σπονδυλωτές ιστορίες προσφύγων από ολόκληρο τον κόσμο αλλά και σκηνές εξώσεων από την Ισπανία της κρίσης, αρχίζουμε να παρακολουθούμε τη ζωή ενός εργασιομανή γιαπωνέζου. Τον βλέπουμε να πηγαίνει στη δουλειά μπαίνοντας στο ασφυκτικά γεμάτο μετρό, που σχεδόν αδυνατεί να κλείσει από τον πολύ κόσμο. Να δουλεύει ως αργά το βράδυ, και μετά να γυρίζει και να κοιμάται σ’ένα υπνοδωμάτιο «κουτί», 1×1. Μετά από ένα συνεχές μπρος-πίσω σε τρεις διαφορετικές ηπείρους (Ευρώπη, Ασία, Αφρική) φτάνουμε στο προκείμενο και αντιλαμβανόμαστε τι πιθανότατα συνέβη στην αρχή.
Η εν λόγω ταινία, παρότι εστιάζει στο προσφυγικό ζήτημα, κάνει ένα δυνατό σχόλιο πάνω στο ζήτημα της εργασίας και της απασχόλησης, αλλά και της έλλειψης ευτυχίας. Την ίδια ακριβώς στιγμή που χιλιάδες πρόσφυγες δεν έχουν στέγη και δουλειά για να ζήσουν, υπάρχουν άνθρωποι που ζουν για να δουλεύουν, παρότι αυτό τους καταδικάζει σε βαθιά μελαγχολία, στα όρια της αυτοκαταστροφής. Ο επιχειρηματίας στο Τόκιο, που στο τέλος της μακράς εργάσιμης ημέρας κάνει το μοιραίο άλμα στο κενό, δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό, αλλά μια συνήθης περίπτωση. Μόνο το 2005, 34.427 άτομα έβαλαν οικειοθελώς τέλος στη ζωή τους στην Ιαπωνία, πολλά από αυτά για τους παραπάνω λόγους. Προκειμένου να καλυφθούν τα έξοδα των καθυστερήσεων που προκαλούνται στα δρομολόγια των τρένων από αυτά τα «ανθρώπινα περιστατικά» και να αποτραπούν μελλοντικές αυτοκτονίες, οι σιδηροδρομικές εταιρείες επιβάλλουν πρόστιμα στις οικογένειές τους.
Το ντοκιμαντέρ δείχνει πως άνθρωποι σαν τον συγκεκριμένο, που φαινομενικά έχουν ό, τι θέλουν, σε σχέση, πχ, με τους Αφρικανούς που προσπαθούν να πηδήξουν το πελώριο φράχτη που χωρίζει το Μαρόκο από την Ισπανία – σκηνές που περιλαμβάνονται στην ίδια την ταινία – ή τους χιλιάδες άνεργους ή άστεγους στις μεγαλουπόλεις της Ευρώπης και των ΗΠΑ, δεν βρίσκουν ευτυχία. Σε μια σκηνή κλειδί του έργου δύο μεσήλικες γιαπωνέζοι συζητούν για την καθημερινή ρουτίνα εργασίας τους. Ξύπνημα στις 5 το πρωί, δουλειά ως τις 11 το βράδυ. Δουλειά τα Σαββατοκύριακα, από το σπίτι, μαραθώνιες ημέρες στην ιαπωνική μεγαλούπολη, με μοναδική επιβράβευση τα ακριβά ρούχα και τα ωραία παπούτσια και κάποιο ηλεκτρονικό γκάτζετ, τελευταίο επίτευγμα της τεχνολογίας. «Αναρωτιέμαι τι είναι αυτό που μας κάνει ευτυχισμένους. Τι είναι η ευτυχία στη δουλειά; Αν δουλεύεις υπερβολικά πολύ, η δουλειά γίνεται η ζωή σου», συμπεραίνει με νόημα ο ένας εκ των δύο.
Μια κλήση αφύπνισης λοιπόν, για μια κοινωνία που μοιάζει να έχει χάσει την πραγματική αξία της ζωής. Όλα τα παραπάνω θυμίζουν έντονα τη στωική φιλοσοφία του Επίκτητου στην «Ελευθερία», που εκδόθηκε πρόσφατα σε νέα μετάφραση από τις εκδόσεις Δώμα (2017). Ο Επίκτητος, πρώην δούλος ο ίδιος που απέκτησε την ελευθερία του στη ρωμαϊκή εποχή, έθεσε μερικά πολύ βασικά φιλοσοφικά και υπαρξιακά ερωτήματα για το ποιος τελικά είναι πραγματικά ελεύθερος και τι συνιστά μια καλή ζωή. Πότε τα πράγματα κι οι καταστάσεις γίνονται αφέντες του εαυτού μας· στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι η εργασία που διαφεντεύει: είτε η έλλειψή της, είτε η υπερπροσφορά της. Ζούμε σε μια εποχή στην οποία η έννοια της εργασίας έχει λάβει διαστάσεις άκρως προβληματικές. Η ακραία επισφάλεια από τη μια πλευρά, με την κορύφωση της ανεργίας στους νέους σε πολλά σημεία του πλανήτη. Και από την άλλη η εργασία δίχως τέλος, μέσα σε μια ακραία νεοφιλελεύθερη συνθήκη στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης. Εφόσον ελεύθερος, κατά τον Επίκτητο, είναι όποιος δεν μπορεί να εξαναγκαστεί να κάνει κάτι που δεν θέλει, συνειδητοποιεί κανείς την αβυσσαλέα απόσταση που μας χωρίζει από κάτι τέτοιο.
Για να επιστρέψουμε στην ταινία, βασικός αφηγητής της είναι ο Ουρουγουανός πρόεδρος Χοσέ Μουχίκα, μια τρομερή μορφή της λατινοαμερικάνικης πολιτικής και παλιός αντάρτης των Τουπαμάρος που αγωνίστηκε εναντίον της τοπικής δικτατορίας τη δεκαετία του ’70 και πέρασε 14 χρόνια στη φυλακή. Ο χαρισματικός Μουχίκα, παρότι πασίγνωστος πλέον στη χώρα του, αδιαφορεί πλήρως για τα υλικά αγαθά και κυκλοφορεί με ένα παλιό Volkswagen σκαραβαίος που έχει κρατήσει από τότε που ήταν νέος. Οι μακρόσυρτες αλλά μεστές παρεμβάσεις του στο ντοκιμαντέρ ενώνουν τις διαφορετικές ιστορίες μεταξύ τους μέσα από φιλοσοφικές αναφορές πάνω στο νόημα της ζωής. Σε κάποια στιγμή μας υπενθυμίζει πως ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα στη ζωή που ξεχνάμε όλο και περισσότερο είναι η καθημερινή, προσωπική, εσωτερική ελευθερία. «Αυτό συνιστά την ατομική ελευθερία, το να έχουμε χρόνο για να ζήσουμε». Στην υπερβολική εργασία «νοικιάζεις τον εαυτό σου για να έχεις εισόδημα» και τελικά καταλήγεις να μην είσαι ελεύθερος. Η ελευθερία βρίσκεται σε άλλες πτυχές της ζωής εκτός της εργασίας και παραμελείται όλο και περισσότερο στα πλαίσια της «κοινωνίας της αγοράς». Ωστόσο, μεγάλο μέρος του δυτικού τρόπου ζωής, «βασίζεται σε μια θρησκεία που είναι η ιερή δύναμη της ιδιοκτησίας, και αυτή τοποθετείται πάνω από την αξία της ζωής», καταλήγει ο Μουχίκα, προειδοποιώντας ότι, εάν δεν υπάρξει αλλαγή, αυτή η «κοινωνία της αγοράς» θα καταλήξει μια εκατόμβη, μια απόλυτη καταστροφή.
Η «Ευαίσθητη ισορροπία», όπως και η «Ελευθερία» του Επίκτητου πολύ παλαιότερα, είναι ένα εγερτήριο σάλπισμα προς την συλλογική μας συνείδηση. Ένα ταρακούνημα που μας υπενθυμίζει πως μέσα στις άνισες κοινωνίες μας, όπου οι άνθρωποι έχουν μετασχηματιστεί σε αριθμούς, γραφήματα και πίνακες, θα πρέπει κάπως να αντιδράσουμε. Αλλιώς θα είναι αναπότρεπτη η σταδιακή αποκτήνωση και η ολοένα αυξανόμενη απελπισία μας.
* Ο Κωστής Κορνέτης είναι ερευνητής CONEX-Marie Curie στο τμ. Ιστορίας του Πανεπιστημίου Carlos III της Μαδρίτης. Το βιβλίο του «Τα παιδιά της δικτατορίας» κυκλοφορεί από τις εκδ. ΠΟΛΙΣ.
**Το αφιέρωμα «Αόρατα χέρια» υλοποιείται στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού, Εκπαίδευση και Δια Βίου Μάθηση» και συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο) και από εθνικούς πόρους. Πραγματοποιείται στο πλαίσιο των επετειακών εκδηλώσεων για τα 60 χρόνια του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου.