Το Φεστιβάλ τιμά φέτος την τέχνη του μοντάζ και τους ανθρώπους της. Ανάμεσά τους, η Δέσπω Μαρουλάκου, από τις πρώτες μοντέζ στην ιστορία του ελληνικού σινεμά, που έσπασε τα στεγανά ενός ανδροκρατούμενου κινηματογραφικού κόσμου. Η Δέσπω Μαρουλάκου, η οποία θα βρεθεί μαζί μας στη Θεσσαλονίκη και θα της απονείμουμε τιμητικό βραβείο για την προσφορά της, μιλάει στο Πρώτο Πλάνο για τις επώδυνες εμπειρίες των παιδικών της χρόνων, ανατρέχει στα πρώτα της βήματα στον κινηματογράφο και εξηγεί ποια είναι τα μυστικά συστατικά που χαρίζουν στο μοντάζ τη διακριτική (και διαχρονική) του γοητεία.

Τα επώδυνα παιδικά χρόνια ως παρακαταθήκη
«Στα μεταπολεμικά χρόνια, οι γονείς μου υπέστησαν διώξεις για τις πολιτικές τους πεποιθήσεις. Ο πατέρας μου εξορίστηκε στη Μακρόνησο, ενώ η μητέρα μου βρέθηκε στη φυλακή για χρόνια ολόκληρα, χωρίς καν να της απαγγελθούν κατηγορίες. Πέρασα την παιδική μου ηλικία βλέποντας τους γονείς μου είτε σε κρυφά συνωμοτικά ραντεβού είτε στα επισκεπτήρια της φυλακής. Ήμουν δεν ήμουν τεσσάρων ετών, όταν η ασφάλεια εισέβαλε στο σπίτι μας, Παραμονή Χριστουγέννων, για να συλλάβει τον μπαμπά μου. Σηκώθηκα από το κρεβάτι και τους φώναξα ότι θα έπρεπε να ντρέπονται. Εκείνα τα δύσκολα χρόνια, έμαθα να υπερασπίζομαι τον εαυτό μου, να ορθώνω ανάστημα, να αναζητώ το δίκιο μου, να αρθρώνω τη γνώμη μου, να μην κρύβομαι ποτέ, να μην περιμένω άδεια για να μιλήσω. Και αυτές οι εμπειρίες υπήρξαν πολύτιμη παρακαταθήκη για μένα όταν έκανα τα πρώτα μου βήματα στο ελληνικό σινεμά. Εκείνη την εποχή, η μόνη άλλη μοντέζ ήταν η Γιάννα Σπυροπούλου, η οποία δυστυχώς έχει φύγει από τη ζωή. Μια γυναίκα αντιμετωπιζόταν με έλλειμμα σεβασμού, σαν να ήταν παρείσακτη στον χώρο. Επομένως, έπρεπε να κερδίσω η ίδια τον σεβασμό που μου αναλογούσε».
Και εγένετο ταινία
«Προτού φτάσουμε στο στάδιο του μοντάζ δεν υφίσταται καν η έννοια της κινηματογραφικής ταινίας. Το μοντάζ είναι μια διαδικασία εργώδης και δημιουργική, η οποία προϋποθέτει γενική καλλιέργεια, γνώση της ίδιας της ζωής, αίσθηση ρυθμού, μουσικό αυτί, ευαισθησία και επιμέλεια. Ένας μοντέρ παίρνει στα χέρια του ένα ασχημάτιστο και κατακερματισμένο υλικό, στο οποίο καλείται να δώσει σχήμα και μορφή, αναλαμβάνοντας την ευθύνη της επιλογής. Είμαστε επιφορτισμένοι με το να ανακαλύψουμε όλες τις απαραίτητες συνδέσεις, λαμβάνοντας υπόψη αμέτρητους παράγοντες: τον φωτισμό, τη μουσική, τις ερμηνείες των ηθοποιών, το πώς θα πετύχουμε το σωστό ρακόρ ώστε να αποδίδεται μία αίσθηση συνέχειας και φυσικότητας στον θεατή».
Μοντάζ όπως λέμε μαγεία
«Τα παλιά χρόνια, το fade in/out μάς έπαιρνε δεκαπέντε ολόκληρες μέρες, μέχρι να τυπωθούν στο εργαστήριο τα σημεία που είχαμε μαρκάρει. Εξυπακούεται ότι εκείνη την εποχή δεν υπήρχε μοντέρ ήχου, αυτή η ειδικότητα προέκυψε με το πέρασμα από το αναλογικό στο ψηφιακό μοντάζ. Όποτε δεν ένιωθα ευχαριστημένη με το πώς είχε δομηθεί μια σκηνή, την ξεκινούσα από την αρχή και δεν έφευγα από το δωματιάκι προτού την ολοκληρώσω, ακόμη και αν αυτό σήμαινε ότι θα έμενα ξύπνια μέχρι το επόμενο πρωί. Το μοντάζ είναι μια πράξη σύνθεσης, η οποία δεν μπορεί να γίνει βιαστικά διότι είναι προϊόν σκέψης, μεθοδικότητας και συνεχούς πειραματισμού. Όσο και αν έχουν αυτοματοποιηθεί κάποιες διαδικασίες στη σύγχρονη εποχή, η βαθύτερη ουσία και η κοπιαστική προεργασία πίσω από το μοντάζ παραμένει αμετάλλακτη. Το μοντάζ κρύβει μέσα του κάτι το αληθινά μαγικό. Χωρίς το μοντάζ δεν θα υπήρχαν ταινίες, δεν θα υπήρχε το σινεμά όπως το αντιλαμβανόμαστε».