Η πρωτοπόρος του σκανδιναβικού σινεμά Άνια Μπρέιεν

Η Άνια Μπρέιεν, η κορυφαία σκηνοθέτιδα που ανέδειξε το νορβηγικό σινεμά, γιορτάζει φέτος τα 80 χρόνια ζωής, και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης τιμά το σπουδαίο έργο της. Η πρώτη Νορβηγή που πραγματοποίησε σπουδές σκηνοθεσίας, πρωτοπόρος του φεμινιστικού κινηματογράφου στη Σκανδιναβία, δημιουργός ενός πολύμορφου έργου με ισχυρό κοινωνικό και πολιτικό αποτύπωμα, φίλη του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν αλλά και συμφοιτήτρια και φίλη του Θόδωρου Αγγελόπουλου, η Μπρέιν είναι μια προσωπικότητα που σφράγισε τον σκανδιναβικό κινηματογράφο. Με αφορμή το φετινό αφιέρωμα στο έργο της, το Πρώτο Πλάνο παρουσιάζει μια αποκλειστική συνέντευξη που πήρε για λογαριασμό του Φεστιβάλ ο κριτικός κινηματογράφου και επί μία εικοσιπενταετία (1988-2014) διευθυντής του Νορβηγικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου Γιαν Έρικ Χολστ.

Άνια Μπρέιεν

Η Άνια Μπρέιεν τιμάται φέτος από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Το έργο της παρουσιάζεται μέσα από τις δύο τριλογίες της φιλμογραφίας της: η πρώτη αποτελείται από τις Συζύγους (1975, 1985 και 1996) και η δεύτερη από τρία κοινωνικά δράματα, τις ταινίες Παιχνίδια έρωτα και μοναξιάς (1977), Πλησιέστερος συγγενής (1979) και Το κυνήγι της μάγισσας (1981). Η Μπρέιεν είναι μια ευρέως γνωστή προσωπικότητα του ευρωπαϊκού κινηματογράφου· αφιερώματα στο έργο της έχουν πραγματοποιηθεί στο Βρότσλαβ της Πολωνίας, στα φεστιβάλ της Ρουέν και της Λα Ροσέλ, στο Παρίσι και στη Ρεν, καθώς και στο Museum of the Moving Image στη Νέα Υόρκη. Για μεγάλο διάστημα ήταν η μοναδική εκπρόσωπος της Νορβηγίας στην Ευρωπαϊκή Ακαδημία Κινηματογράφου, ενώ έχει τιμηθεί με όλα τα σημαντικά νορβηγικά κινηματογραφικά βραβεία.

Σύζυγοι (1975)

ΓΕΧ: Είστε εδώ και δεκαετίες η γνωστότερη νορβηγή σκηνοθέτιδα.

ΑΜ: Είχα την τύχη να αναγνωριστώ με την πρώτη μου μεγάλου μήκους ταινία, τον Βιασμό, που προβλήθηκε στο Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών στις Κάννες, το 1971. Η θετική υποδοχή συνεχίστηκε με την τριλογία των Συζύγων, ιδιαίτερα με το πρώτο μέρος της.

Βιασμός (1971)

Η Άνια Μπρέιεν είναι μια από τους λιγοστούς ευρωπαίους δημιουργούς που ελίσσονται όχι μόνο ανάμεσα σε διαφορετικά κινηματογραφικά είδη, αλλά και ανάμεσα σε ταινίες μυθοπλασίας μεγάλου μήκους, ντοκιμαντέρ και ταινίες μικρού μήκους. Είναι δημιουργός με την έννοια της θεωρίας του Αστρίκ («Η κάμερα-στιλό») κι έχει στο ενεργητικό της εννέα μεγάλου μήκους ταινίες, δεκαπέντε μικρού μήκους και αρκετά ντοκιμαντέρ, σε ένα παλμαρέ που την καθιστά μια από τις κορυφαίες και πιο δραστήριες νορβηγές σκηνοθέτιδες. Ο έγκριτος κριτικός Πίτερ Κάουι, στο βιβλίο του Straight from the Heart (1999), την αποκαλεί «σκηνοθέτη του “Δόγματος” είκοσι χρόνια πριν από το δανέζικο κινηματογραφικό φαινόμενο».

Η Μπρέιεν γράφει η ίδια τα σενάριά της ή σε συνεργασία με άλλους σεναριογράφους. Κινείται μεταξύ ταινιών εποχής και ταινιών που εκτυλίσσονται στο σήμερα, μεταξύ ταινιών μικρού μήκους με έντονη κοινωνική αναφορά και πειραματικών φιλμ. Η Μπρέιεν εισήγαγε το Νορβηγικό Νέο Κύμα, δέκα ή δώδεκα χρόνια έπειτα από τη γαλλική Νουβέλ Βαγκ, με τον Βιασμό και τη μικρού μήκους ταινία 17 Μαΐου, μια ταινία περί τελετουργιών, ένα σχόλιο στα εθνικιστικά αισθήματα που αναμοχλεύει η νορβηγική εθνική εορτή της 17ης Μαΐου. Το πρώτο δείγμα του ταλέντου της ήταν το μικρού μήκους φιλμ Μεγαλώνοντας, με θέμα την επιδημία πανώλης του 12ου αιώνα. Ήταν η πρώτη της ταινία μετά τις σπουδές της στο Institut Des Hautes Études Cinématographiques στο Παρίσι και τη συνεργασία με της με τον Χένιγκ Κάρλσεν στην Πείνα, το 1965.

Το Μεγαλώνοντας συντίθεται από πανοραμικά πλάνα που εναλλάσσονται με σκηνές που παραπέμπουν σε τοιχογραφίες. Η εντυπωσιακή αποτύπωση του φυσικού τοπίου σε συνδυασμό με τη δημιουργική χρήση της λαϊκής μουσικής έχει μετατρέψει αυτή την ταινία σε κλασικό έργο της νορβηγικής κινηματογραφίας.

ΓΕΧ: Η πρώτη σας ταινία ήταν το μικρού μήκους φιλμ Μεγαλώνοντας. Γιατί σας απασχολεί τόσο αυτή η ταινία ακόμα και σήμερα;

ΑΜ: Νομίζω πως λειτουργεί ως αναλογία με όσα ζούμε τώρα με τον Covid-19. Η ταινία αναφέρεται στη φοβερή επιδημία πανώλης τον 12ο αιώνα και φιλοτεχνεί μια τρομακτική εικόνα της πανδημίας.

Η Μπρέιεν καλλιέργησε το προσωπικό της αφηγηματικό ύφος με τον Βιασμό. Όπως σύντομα αντιλαμβάνεται ο θεατής, ο πρωταγωνιστής, ο Άντερς, δεν είναι ένοχος για το έγκλημα για το οποίο δικάζεται. Με ασπρόμαυρη φωτογραφία, με ρεαλιστική σκηνοθεσία και με ορισμένους εκ των πρωταγωνιστών να υποδύονται τον εαυτό τους, η ταινία αφηγείται την ιστορία του Άντερς πηγαίνοντας πότε μπρος και πότε πίσω.

Το 1975, παρουσιάστηκε η πρώτη ταινία της τριλογίας των Συζύγων, ενταγμένη στα ριζοσπαστικά κοινωνικά συμφραζόμενα της δεκαετίας του ’70. Η ταινία έτυχε ιδιαίτερης προσοχής στα φεστιβάλ του Λοκάρνο και του Σικάγο. Δύο συνέχειες γυρίστηκαν το 1985 και το 1996, αμφότερες με τις ίδιες πρωταγωνίστριες. Και οι τρεις ταινίες έχουν πολιτική διάσταση και υπερασπίζονται τα φεμινιστικά αιτήματα για χειραφέτηση και ισότητα. Είναι, ταυτόχρονα, ιδιότυπες κωμωδίες, ενώ και οι τρεις πρωταγωνίστριες, η Αν Μαρί Ότερσεν, η Φρίντις Άρμαντ και η Κάτια Μέντμπε, ήταν ευρέως αναγνωρίσιμες ηθοποιοί του νορβηγικού θεάτρου και κινηματογράφου.

Βιασμός (1971)

ΓΕΧ: Οι Σύζυγοι ξεκίνησαν ως θεατρικό έργο;

ΑΜ: Ναι, όμως εκείνο που με ενέπνευσε περισσότερο ήταν η τελευταία σκηνή από τους Συζύγους του Τζον Κασαβέτη, το 1970. Οι τρεις ηθοποιοί, ο Μπεν Γκαζάρα, ο Πίτερ Φολκ και ο Τζον Κασαβέτης, ταξίδευαν και μεθοκοπούσαν επί μέρες, κι έπειτα ένας τους επιστρέφει στο σπίτι μ’ ένα αρκουδάκι για τον γιο του. Ο μικρός φωνάζει στον πατέρα του «Την πάτησες! Κάτσε να δεις τι έχει να γίνει μόλις σε δει η μαμά!». Εκείνη τη στιγμή αναρωτήθηκα: τι θα συνέβαινε αν αυτοί οι τρεις ήταν γυναίκες; Και ξαφνικά μου ήρθε η ιδέα για την ταινία.

Σύζυγοι – Δέκα Χρόνια Μετά (1985)

Οι τρεις ηθοποιοί, υπό την καθοδήγηση της Μπρέιεν, περιόδευαν με το θεατρικό έργο Ο νόμος των κοριτσιών, το οποίο ανέβαζαν σε αντισυμβατικούς χώρους και κατόπιν, μετά το τέλος της παράστασης, συζητούσαν με το κοινό. Μέρος των διαλόγων είναι αποτέλεσμα αυτοσχεδιασμού, ενώ η Μπρέιεν εισέπραξε εγκώμια για το γεγονός πως γύρισε μια ταινία όχι για τους «συνήθεις υπόπτους», δηλαδή το μυημένο φεμινιστικό ακροατήριο, αλλά για ένα κοινό που δεν έχει επίγνωση της καταπίεσης που υφίσταται.

ΓΕΧ: Θα λέγατε πως η αρτιότερή σας ταινία είναι Ο πλησιέστερος συγγενής;

ΑΜ: Πράγματι. Πρόκειται για ένα οικογενειακό δράμα σε ένα τυπικό σκανδιναβικό σκηνικό, σαν θεατρικό έργο του Ίψεν ή του Στρίντμπεργκ. Η πυκνότητα του σεναρίου οδήγησε την ταινία στο διαγωνιστικό τμήμα των Καννών το 1979, όπου απέσπασε Ειδική Μνεία της Οικουμενικής Επιτροπής. Ο πλησιέστερος συγγενής ήταν, επίσης, η αφετηρία μιας παν-σκανδιναβικής προσπάθειας προώθησης του σκανδιναβικού σινεμά, με περίπτερα στις Κάννες και στο Βερολίνο από την επόμενη χρονιά. Η ταινία στρέφεται γύρω από τον εφοπλιστή Σκάουγκ και την οικογένειά του. Μετά τον θάνατό του, οι συγγενείς συγκεντρώνονται για την ανάγνωση της διαθήκης του. Προς έκπληξή τους, ωστόσο, μαθαίνουν πως θα τον κληρονομήσουν μόνο αν διευθύνουν ενωμένοι την επιχείρησή του. Αυτό τους εμπλέκει σε πολλές παράξενες καταστάσεις. Έδειξα την ταινία στον Ίνγκμαρ Μπέργκμαν κι εκείνος αναφώνησε: «Θα κάψω το σπίτι μου προτού πεθάνω!».

ΓΕΧ: Ωστόσο, πριν από τον Πλησιέστερο συγγενή γυρίσατε ένα ιστορικό δράμα στη Σουηδία.

ΑΜ: Ανέλαβα να γυρίσω τη διασκευή ενός μυθιστορήματος του Γιάλμαρ Σέντεμπεργκ με τίτλο Παιχνίδια έρωτα και μοναξιάς, το οποίο είχε εκδοθεί το 1912. Ο Σέντεμπεργκ ήταν ένας συγγραφέας που άσκησε πρώιμα έντονη κοινωνική κριτική και υποστήριξε τις γυναικείες διεκδικήσεις, προκαλώντας συχνά αμηχανία τους σύγχρονούς του. Η ταινία διακρίθηκε στο φεστιβάλ του Σικάγο και η πρωταγωνίστρια Λιλ Τερσέλιους τιμήθηκε για την ερμηνεία της στη Βενετία.

Παιχνίδια έρωτα και μοναξιάς (1977)

Τη δεκαετία του ’80 η Μπρέιεν γύρισε διαφορετικές μεταξύ τους ταινίες, όπως Το κυνήγι της μάγισσας (Ειδική Μνεία στη Βενετία) και το Χάρτινο πουλί (Αργυρός Ουγκό στο Σικάγο), προτού παρουσιάσει το παιγνιώδες Μια φορά και δυο καιρούς, εμπνευσμένο από τον μύθο του Δον Ζουάν. Οι ταινίες αυτές ανατέμνουν τον μύθο του αστού αρσενικού. Προσεγγίζουν το θέμα τους από τη γυναικεία σκοπιά με μια αποστασιοποιημένη και ψύχραιμη οπτική. Μολονότι εκτυλίσσονται σε περασμένους αιώνες, συνομιλούν με τα κοινωνικά προβλήματα του καιρού μας.

Το κυνήγι της μάγισσας (1981)

ΓΕΧ: Οι δυο τελευταίες ταινίες –Το κυνήγι της μάγισσας και το Χάρτινο πουλί– είναι πρώιμες εκφάνσεις του σκανδιναβικού νουάρ. Γιατί δεν γυρίσατε κι άλλες ταινίες αυτού του είδους;

ΑΜ: Το σενάριο του Χάρτινου πουλιού γράφτηκε από τον Κνουτ Φαλντμπάκεν, γνωστό νορβηγό νουάρ μυθιστοριογράφο. Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε στο ίδιο είδος, όμως προέκυψαν άλλα σχέδια. Συμμετέχω πάντοτε στη συγγραφή του σεναρίου των ταινιών μου, και συχνά το γράφω τελείως μόνη μου. Το Κυνήγι της μάγισσας είναι ένα δράμα που εκτυλίσσεται τον 16ο αιώνα, αλλά είναι επίκαιρο και σήμερα, αν αναλογιστεί κανείς τη θέση των γυναικών στη Σαουδική Αραβία ή στο Ιράν.

ΓΕΧ: Στα διαλείμματα ανάμεσα στις μεγάλου μήκους ταινίες σας επιστρέφετε στον κινηματογράφο μικρού μήκους. Το 1971 γυρίσατε τα Πρόσωπα με θέμα τον Έντβαρντ Μουνκ. Θα θέλατε να μας μιλήσετε γι’ αυτή την ταινία;

Πρόσωπα (1971)

ΑΜ: Όταν γυρίζαμε την ταινία του Χένιγκ Κάρλσεν Η πείνα, το 1965 στο Όσλο, κι εγώ δούλευα ως script girl, μας επισκέφτηκε ο δανός ποιητής Πάουλ Μπόρουμ. Πήγαμε στο Μουσείο Μουνκ και ο Μπόρουμ εντυπωσιάστηκε από τους πίνακες, ιδίως από τις προσωπογραφίες και τα πορτραίτα. Με αυτή την αφορμή έγραψε ένα ποίημα και μου ζήτησε να το κάνουμε ταινία. Επικοινώνησα με τον περίφημο νορβηγό τζαζίστα Γιαν Γκαρμπάρεκ κι εκείνος συνέθεσε ορισμένα μουσικά θέματα. Με αφετηρία αυτό το υλικό, οι εικόνες μεταμορφώθηκαν σε ένα όμορφο μικρού μήκους φιλμ. Ακόμα και σήμερα νιώθω περήφανη και χαρούμενη με το αποτέλεσμα! Μετά από το γύρισμα πήγαμε στο εστιατόριο του μουσείου, όμως απαγόρεψαν την είσοδο στον Μπόρουμ, γιατί είχε μακριά μαλλιά και δεν ήταν ντυμένος επίσημα. Τότε εκείνος φώναξε: «Ούτε τον ίδιο τον Μουνκ δεν θα άφηναν να μπει εδώ μέσα!».

Το ριζοσπαστικό φορμαλιστικά έργο με τις κοινωνικές προεκτάσεις που η Μπρέιεν άρχισε να υφαίνει με τον Βιασμό συνεχίστηκε με δύο τηλεοπτικές παραγωγές: Οι τοίχοι της φυλακής (1972) και Άσυλο (1973). Οι δυο μικρού μήκους ταινίες που γύρισε τη δεκαετία του ’90, το Σόλβορν, γύρω από τη συλλογή φωτογραφιών της γιαγιάς της, και το Η θέα μιας βάρκας εν πλω, με θέμα το χάσμα των γενεών, συμμετείχαν στην Μπερλινάλε. Το 2006, έλαβε μέρος στο Σάντανς και στο Κλερμόν Φεράν με τη μικρού μήκους ταινία Χωρίς τίτλο. Η πιο πρόσφατη μικρού μήκους ταινία της έχει τίτλο Ιστορία μιας τσιχλόφουσκας, ένα χιουμοριστικό δοκίμιο για τις διαδοχικές «ζωές» μιας τσιχλόφουσκας από τα δέντρα του δάσους μέχρι την πίσσα της ασφάλτου. Γνωστοί αμερικανοί και γάλλοι ηθοποιοί εμφανίζονται σε ορισμένα επεισόδια της ταινίας – μασώντας, φυσικά, τσίχλα!

ΓΕΧ: Πώς ξεκίνησε η μικρού μήκους ταινία Χωρίς τίτλο;

ΑΜ: Γνωριζόμουν με τον Τονίνο Γκουέρα μέσω του Θόδωρου Αγγελόπουλου, που ήταν συμφοιτητής μου στο Institut Des Hautes Études Cinématographiques, στο Παρίσι, το διάστημα 1962-1964. Γράψαμε μαζί το σενάριο μιας μεγάλου μήκους ταινίας, η οποία ωστόσο δεν γυρίστηκε λόγω ελλιπούς χρηματοδότησης. Τότε ο Τονίνο είπε: «Αξιοποίησε την πρώτη σκηνή ως μικρού μήκους ταινία!». Η ταινία είχε ως θέμα τη δολοφονική επίθεση εναντίον ενός νεαρού μαύρου στο Όσλο, έναν φόνο με πολιτικά κίνητρα.

ΓΕΧ: Κι έπειτα γυρίσατε το Γεζίντι, ταινία εντελώς διαφορετικού ύφους και θεματικής.

Γεζίντι (2009)

«Είχαμε ετοιμάσει ένα ντοκιμαντέρ με θέμα τους Κούρδους, ωστόσο δεν βρήκαμε χρήματα. Στη διάρκεια της έρευνας στο Κουρδιστάν, συναντήσαμε τους Γεζίντι, μια ιδιαίτερη θρησκευτική ομάδα Κούρδων. Κατόπιν λάβαμε υποστήριξη από το νορβηγικό ινστιτούτο Free World. Το έργο τους είναι σημαντικό όσον αφορά τη στήριξη του ανεξάρτητου ντοκιμαντέρ στη Νορβηγία. Το ντοκιμαντέρ έγινε τελικά βιβλίο και αποτέλεσε την πρώτη ύλη μιας ακόμα ταινίας γύρω από μια οικογένεια Σύρων προσφύγων, με τίτλο Project S».

ΓΕΧ: Και τώρα ετοιμάζετε άλλη μια μικρού μήκους ταινία, με θέμα ηλικιωμένες γυναίκες σκιέρ;

ΑΜ: Ναι, πρόκειται για φίλες μου, όλες τους πάνω από τα 80, που όμως επιμένουν να κάνουν σκι λίγο έξω από το Όσλο. Με πολύ χιούμορ, αρχειακό υλικό και φρέσκιες ιδέες!

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΡΟΒΟΛΩΝ

Thessaloniki International Film Festival